Η Γερμανία ολοκλήρωσε την απεξάρτησή της από την πυρηνική ενέργεια
AP Photo/Martin Meissner, File
AP Photo/Martin Meissner, File

Η Γερμανία ολοκλήρωσε την απεξάρτησή της από την πυρηνική ενέργεια

Γράφει η Rosanna Weber 

Ο Απρίλιος σηματοδότησε την αρχή μιας νέας εποχής για τη Γερμανία. Η τρίτη εβδομάδα του Απριλίου ήταν η πρώτη όπου δεν εισήλθε καθόλου πυρηνική ενέργεια στο ενεργειακό μείγμα της Γερμανίας. 

Από την Κυριακή, 15 Απριλίου, οι εναπομείναντες τρεις πυρηνικοί σταθμοί που βρίσκονται στη Βαυαρία, τη Βάδη-Βυρτεμβέργη και την Κάτω Σαξονία τέθηκαν οριστικά εκτός λειτουργίας. Αυτό ήταν το τελευταίο βήμα στη στρατηγική σταδιακής κατάργησης της πυρηνικής ενέργειας που ξεκίνησε πάνω από μια δεκαετία πριν, το 2011, ως απάντηση της τότε κυβέρνησης στην πυρηνική καταστροφή της Φουκουσίμα στην Ιαπωνία. 

Ωστόσο, ο παροπλισμός αυτών των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής δεν ήταν επακριβώς αποφασισμένος, καθώς μόλις πριν από λίγους μήνες η τελική απενεργοποίηση ήταν ακόμη αντικείμενο έντονων συζητήσεων. Η Γερμανία βρέθηκε σε μια δεινή κατάσταση, μπαίνοντας σε έναν δυνητικά κρύο και μακρύ χειμώνα χωρίς τη συνήθη παροχή φυσικού αερίου από τη Ρωσία μέσω των αγωγών φυσικού αερίου Nord Stream 1 και 2. Η όποια ενέργεια μπορούσε να παραχθεί πιο κοντά στη χώρα φαινόταν να είναι μια καλή αρχή και μια εναλλακτική λύση έναντι του αυξανόμενου κόστους της εισαγόμενης ενέργειας στη χονδρική ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας. Το αν οι αντιδραστήρες θα συνέχιζαν να περνούν με θετικό βαθμό τους ελέγχους ασφαλείας και το από πού θα προέρχονται οι απαιτούμενες ράβδοι καυσίμου θεωρήθηκαν ήσσονα ερωτήματα μέσα στη μεγαλύτερη ηθική συζήτηση ως προς τη θέση της Γερμανίας απέναντι στην πυρηνική ενέργεια. 

Είναι λοιπόν και επίσημα πλέον η Γερμανία χωρίς πυρηνική ενέργεια; Οι Γερμανοί υποστηρικτές του αντιπυρηνικού κινήματος που ανεμίζουν πανό με τον αυτάρεσκα χαμογελαστό κόκκινο ήλιο σε κίτρινο φόντο με το λογότυπο «Πυρηνική Ενέργεια; Όχι Ευχαριστώ» μπορεί να το θεωρήσουν αυτό μια νίκη. Ωστόσο, το να πούμε ότι δεν βγαίνει άλλη πυρηνική ενέργεια από τις γερμανικές πρίζες, όπως δήλωσε ένας συντονιστής τηλεοπτικής εκπομπής μετά το κλείσιμο των αντιδραστήρων το βράδυ του Σαββάτου, φαίνεται να είναι υπερβολή. 

Η Γερμανία βασίζεται στην εισαγόμενη ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία. Με το τέλος της εγχώριας παραγωγής πυρηνικής ενέργειας στη Γερμανία, αυτό το κενό πρέπει να καλυφθεί. Μολονότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελούσαν σχεδόν το 50% του ημερήσιου μείγματος το 2022, πηγές όπως τα φωτοβολταϊκά και η αιολική ενέργεια δεν είναι σε θέση να διατηρήσουν μια σταθερή παροχή, ιδίως κατά τους κρύους μήνες του χειμώνα. Η λύση: Είτε η καύση περισσότερου εγχώριου άνθρακα, η οποία δεν είναι μια φιλική προς το περιβάλλον απάντηση, αλλά έχει προταθεί από το κόμμα των Πρασίνων, είτε εισαγωγή ενέργειας από το εξωτερικό. 

Η Γερμανία εισάγει ενέργεια από γειτονικές χώρες όπως η Ολλανδία, η Πολωνία και η Γαλλία, τη χώρα με το υψηλότερο ποσοστό πυρηνικής ενέργειας ως μέρος της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας παγκοσμίως. Ως εκ τούτου, είναι πολύ πιθανό ότι μέρος αυτής της εισαγόμενης ενέργειας θα προέρχεται τελικά από κάποιον πυρηνικό σταθμό ηλεκτροπαραγωγής. Από τη στιγμή που αυτή η μονάδα ηλεκτροπαραγωγής βρίσκεται σε γαλλικό και όχι γερμανικό έδαφος, λίγοι φαίνεται να έχουν αντίρρηση. 

Πώς νιώθουν οι Γερμανοί για αυτό το τέλος μιας εποχής; Σύμφωνα με μια έρευνα, το 53% των συμμετεχόντων υποστηρίζουν την πρόταση του επικεφαλής του CSU και πρωθυπουργού της Βαυαρίας Markus Söder - τη συνέχιση της λειτουργίας του σταθμού ηλεκτροπαραγωγής της Βαυαρίας υπό κρατικό συντονισμό. Αν και αυτό είναι απίθανο να συμβεί λόγω νομοθετικών εμποδίων, δείχνει ένα βαθύ χάσμα στον πληθυσμό. Δώδεκα χρόνια μετά, το ερώτημα σχετικά με την εγχώρια παραγωγή πυρηνικής ενέργειας δημιουργεί σήμερα μεγαλύτερη πόλωση απ’ ό,τι στην αρχή της συζήτησης αυτής το 2011. 

* Η Rosanna Weber είναι βοηθός συντάκτρια του 1828. 

** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 7 Ιουνίου 2023 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του 1828.org.uk και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.