Η ψευδαίσθηση «Goodbye Lenin»

Η ψευδαίσθηση «Goodbye Lenin»

Του Kristian Niemetz*

Η ταινία Goodbye Lenin! αφηγείται την ιστορία μιας γυναίκας από το Ανατολικό Βερολίνο, της Christiane Kerner, που πέφτει σε κώμα λίγο πριν την πτώση του Τείχους και ξυπνά λίγο πριν την Επανένωση. Χάνει έτσι όλα τα κρίσιμα ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν στο μεταξύ με αποτέλεσμα να τα αγνοεί όταν πια ξυπνά. Σε ό,τι την αφορά, το Τείχος του Βερολίνου ακόμη υπάρχει, η σημαία με το σφυροδρέπανο και τον διαβήτη ακόμη κυματίζει στο Μέγαρο της Δημοκρατίας, οι Πιονέροι ακόμη τραγουδούν ύμνους στη δόξα του σοσιαλισμού και η κυβέρνηση ακόμη επαίρεται για την υπερεπίτευξη του τελευταίου πενταετούς πλάνου.

Και ο γιος της ο Alex αποφασίζει να μην το αλλάξει αυτό. Καθώς φοβάται ότι η φανατική σοσιαλίστρια μητέρα του θα συγχυστεί έντονα από την απώλεια της “δικής της” ΛΔΓ, θέλει να περιμένει μέχρι να είναι έτοιμη γι' αυτό. Η οικογένεια λοιπόν προσποιείται ότι όλα είναι όπως πριν.

Καθώς η κ. Kerner δεν μπορεί να βγει έξω, αυτό είναι εύκολο στην αρχή. Καθώς όμως κομμάτια της πραγματικότητας εισβάλλουν (για παράδειγμα μια διαφήμιση της Κόκα Κόλα που μπορεί η κ. Kerner να δει από το παράθυρό της), ο Alex πρέπει να βρει τρόπους να τα εξηγήσει. Αυτό περιπλέκει πολύ το σχέδιό του.

Όταν η κ. Kerner τους λέει ότι θέλει να δει τις ειδήσεις, γεννάται ένα πρόβλημα. Αν ανοίξουν την τηλεόραση, αμέσως θα παρατηρήσει ότι κάτι πάει στραβά. Έτσι, ο Alex αρχίζει να γυρίζει τις δικές του βιντεοταινίες, μιμούμενος τη δομή του Aktuelle Kamera (του δελτίου ειδήσεων της ΛΔΓ) και τις παίζει στη μητέρα του.

Αυτό αποδεικνύεται ένα ισχυρό εργαλείο στα χέρια του. Οι ψευδείς ειδήσεις του Alex, του δίνουν τον έλεγχο της αφήγησης. Δεν θέλει απλώς να παρουσιάσει ξανά την ΛΔΓ όπως ήταν. Την αλλάζει. Τη μεταμορφώνει στη χώρα που ο ίδιος θα ήθελε να είναι. Η φανταστική ΛΔΓ του Alex γίνεται μια πιο ανοιχτή, ήρεμη και φιλελεύθερη χώρα απ' ό,τι ήταν ποτέ η πραγματική ΛΔΓ. Ή, για να χρησιμοποιήσουμε τις λέξεις που ο Alex βάζει στο στόμα ενός από τους φανταστικούς του πολιτικούς:

“Ξέρουμε ότι η χώρα μας δεν είναι τέλεια. Τα ιδανικά όμως στα οποία πιστεύουμε συνεχίζουν να εμπνέουν μεγάλο αριθμό ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο. Ίσως μερικές φορές να χάσαμε την επαφή μας μ' αυτά. Αλλά ξαναβρήκαμε το δρόμο μας. Ο σοσιαλισμός δεν σημαίνει απομόνωση, αλλά την προσέγγιση με τους συνανθρώπους μας. [...] Αποφάσισα γι' αυτό να ανοίξω τα σύνορα της ΛΔΓ”.

Θα ήταν λάθος να υποστηρίξει κανείς ότι η ταινία παρουσιάζει μια ρομαντική εικόνα της ΛΔΓ. Δεν το κάνει. Αντίθετα παρουσιάζει μια πολύ αρνητική - δηλαδή, ιστορικά ακριβή - εικόνα της χώρας. Υποθέτω ότι δεν θα αρέσει στον Seumas Milne. Απεικονίζει την αστυνομική βία. Αφήνει να εννοηθούν οι τρόποι με τους οποίους το κράτος ταλαιπωρούσε τους ανθρώπους αν δεν έσκυβαν το κεφάλι στην κομματική γραμμή. Και παρουσιάζει το πόσο πολύ πίσω ήταν η Ανατολική Γερμανία σε σύγκριση με τη Δυτική σε ό,τι αφορά τις συνθήκες ζωής. Όμως η βασική υπόθεση της ταινίας είναι ότι η ΛΔΓ είχε ιδρυθεί πάνω σε ευγενή ιδανικά και ότι θα μπορούσε να ήταν μια τελείως διαφορετική χώρα.

Είναι εντυπωσιακό πόσα λίγα πράγματα χρειάζεται να αλλάξει ο Alex προκειμένου να μεταμορφώσει ένα καταπιεστικό, οικονομικώς αποτυχημένο αστυνομικό κράτος σε μια ανθηρή ανοιχτή κοινωνία. Χρειάζεται απλώς λίγος αναστοχασμός, μια επιστροφή στα ιδανικά μιας φαντασιακής “χρυσής εποχής”, η αφαίρεση κάποιων σκληρών πολιτικών από την κορυφή της πυραμίδας, να μπουν “καλύτεροι άνθρωποι” επικεφαλής - και όλα έγιναν. Σύμφωνα μ' αυτή την άποψη δεν υπάρχει τίποτε εγγενές στον σοσιαλισμό που τον καθιστά ευεπίφορο στον αυταρχισμό και την οικονομική αποτυχία. Δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος που η ΛΔΓ εξελίχθηκε κατ' αυτόν τον τρόπο. Απλώς οι ελίτ της χώρας “έχασαν την επαφή τους” με τα ιδανικά τους, περίπου όπως συνέβη με τον Ebenezer Scrooge στο Christmas Carol του Ντίκενς.

Το μόνο που χρειάζονταν ήταν να τους επισκεφτούν τα μεσάνυχτα τα φαντάσματα του Μαρξ, του Ένγκελς και της Ρόζας Λούξεμπουργκ και όλα θα διορθώνονταν.

Αν όλα αυτά είναι όμως τόσο εύκολα, αναρωτιέται κανείς γιατί κανείς δεν το πετυχαίνει αυτό. Υπήρξαν ιστορικά πάνω από δυο ντουζίνες προσπάθειες να οικοδομηθεί μια σοσιαλιστική κοινωνία. Ανεξάρτητα από το πού ξεκίνησαν, και παρά τις μεγάλες διαφορές μεταξύ τους, εντέλει όλες κατέληξαν στο ίδιο αποτέλεσμα. Κι αυτό δεν οφείλεται στην έλλειψη προσπάθειας.

Κι όμως, η ιδέα ότι απλώς χρειάζεται να το δοκιμάσουμε ακόμη μία φορά, και το μόνο που χρειάζεται είναι κάποιες μικρές αλλαγές, παραμένει. Αυτό το φαινόμενο μπορούμε κάλλιστα να το ονομάσουμε Ψευδαίσθηση του Goodbye Lenin. Είναι ψευδαίσθηση γιατί δεν ήταν σύμπτωση το γεγονός ότι η ΛΔΓ (για να μην αναφέρουμε τις υπόλοιπες σοσιαλιστικές χώρες - η ΛΔΓ δεν ήταν σε καμία περίπτωση το χειρότερο παράδειγμα) ήταν αυτή που ήταν. Ο αυταρχισμός και η οικονομική αποτυχία βρίσκονται στο DNA του σοσιαλισμού. Είναι χαρακτηριστικά του και όχι περιστασιακά λάθη - ανεξάρτητα από τα κίνητρα των υποστηρικτών του. Δεν επαρκεί να μπουν “καλύτεροι άνθρωποι” επικεφαλής, ή να προστεθούν χαρακτηρισμοί όπως “σοσιαλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο” ή “σοσιαλισμός του 21ου αιώνα”. Ο σοσιαλισμός δεν επιδέχεται διορθώσεις.

Η ιδέα όμως ότι θα μπορούσε εύκολα να διορθωθεί, κι ότι απέχουμε μόνο μια προσπάθεια από το να βρούμε το πώς θα γίνει αυτό, συνεχίζει να μας στοιχειώνει. Ένα χρόνο πριν κυκλοφορήσει η ταινία αυτή, μια έρευνα βρήκε ότι το 82% των Ανατολικογερμανών συμφωνούσε με την πρόταση “ο σοσιαλισμός είναι μια καλή ιδέα που απλώς εφαρμόστηκε λάθος [στη ΛΔΓ]”. Έτσι, η εναλλακτική ΛΔΓ του Alex θα φάνηκε λογικά εφικτή σε πολλούς θεατές της ταινίας. Αν κρίνουμε από τα πορίσματα των πρόσφατων ερευνών, εξίσου εφικτή θα φαίνεται και στους περισσότερους Βρετανούς.

Παραδείγματα της Ψευδαίσθησης του Goodbye Lenin μπορούμε να βρούμε στα γραπτά διαπρεπών δημοσιογράφων των New York Times και του Guardian, και στα έργα κάποιων από τους διαπρεπέστερους παγκοσμίως διανοούμενους. Μπορούμε να το δούμε και στον τρόπο με τον οποίο η μανία για τη Βενεζουέλα μεταξελίχθηκε σε αμνησία τόσο γρήγορα.

Η Ψευδαίσθηση του Goodbye Lenin είναι παντού τριγύρω μας. Όπως ακριβώς υπάρχει κάτι στο DNA του σοσιαλισμού που τον καθιστά ευεπίφορο στον αυταρχισμό και την οικονομική αποτυχία, έτσι φαίνεται να υπάρχει και κάτι στο δικό μας DNA που μας κάνει να μην μπορούμε να τον εγκαταλείψουμε.

--
*Ο Kristian Niemietz εντάχθηκε στο ΙΕΑ το 2008 ως Ερευνητής Φτώχειας, και έγινε Επικεφαλής Ερευνητής το 2013 και Επικεφαλής σε θέματα Υγείας και Πρόνοιας το 2015.

**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 6 Οκτωβρίου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.