Οι παλικαράδες της Τουρκίας στην Ουάσινγκτον

Οι παλικαράδες της Τουρκίας στην Ουάσινγκτον

Του Michael Rubin*

Για δεύτερη φορά τα τελευταία δύο χρόνια, Τούρκοι αξιωματικοί ασφαλείας επιτέθηκαν σε Τούρκους διαδηλωτές και άλλους παρευρισκόμενους στην Ουάσινγκτον. Πέρσι, αυτό συνέβη στο Brookings Institution, όπου μέλη της ακολουθίας του Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προσπάθησαν να απομακρύνουν με τη βία καλεσμένους και δημοσιογράφους που πίστευαν ότι μπορεί να θέσουν δύσκολες ερωτήσεις. Το γεγονός ότι τα μέλη της φρουράς ήρθαν προετοιμασμένα να παρεμποδίσουν συγκεκριμένους ανθρώπους καταδεικνύει έναν βαθμό σχεδιασμού που κάνει μια ήδη κακή κατάσταση, ακόμη χειρότερη.

[

[Φωτ: Ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν χαιρετά καθώς φτάνει στην είσοδο της Δυτικής Πτέρυγας για να συναντηθεί με τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. 16 Μαΐου 2017, REUTERS/Joshua Roberts]

Φέτος, η επίθεση συνέβη έξω από την κατοικία του Τούρκου πρέσβη όπου το Ατλαντικό Συμβούλιο είχε επιλέξει ένα φιλικό ακροατήριο για να συνομιλήσει με τον Ερντογάν. Το βίντεο της επίθεσης είναι ανησυχητικό και φαίνεται να δείχνει τον Ερντογάν να παρακολουθεί καθώς κάποιοι από τους φρουρούς του επιτίθενται στο πλήθος για να χτυπήσουν, να στραγγαλίσουν και να ποδοπατήσουν διαδηλωτές. Αντίθεταα από το περιστατικό στο Brookings, τα βίντεο δεν δείχνουν μόνο μέλη της φρουράς ασφαλείας να εμπλέκονται στη σύρραξη, αλλά και τουλάχιστον έναν δημοσιογράφο από τα ελεγχόμενα από το τουρκικό κράτος μέσα ενημέρωσης όπως το πρακτορείο Αναντολού.

Η αρχική αντίδραση του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών υπήρξε αδύναμη. Ναι, πολλά μέλη της ακολουθίας του Ερντογάν έχουν διπλωματική ασυλία, αλλά η διπλωματική ασυλία μπορεί να αρθεί. Και αν ο Τούρκος πρέσβης επιλέξει να μην το κάνει αυτό, τότε μπορούν να υπάρξουν συνέπειες, όπως η κήρυξη κάποιων αξιωματούχων ως ανεπιθύμητων προσώπων και η απαίτηση να αποχωρήσουν από την Ουάσινγκτον. Οι Τούρκοι δημοσιογράφοι που συμμετείχαν στη σύρραξη θα πρέπει να δικαστούν και, στην περίπτωση που κριθούν ένοχοι, θα πρέπει να εκτίσουν τις ποινές τους στη φυλακή για βίαιη επίθεση. Και, τουλάχιστον, κάθε φρουρός του Ερντογάν που συνόδευε τον Πρόεδρο στο ταξίδι του στην Ουάσινγκτον πρέπει να μπει σε μαύρη λίστα για τις ΗΠΑ εφ' όρου ζωής. Μπορείς να με κοροϊδέψεις μια φορά, άντε δύο, αλλά όχι και τρεις.

Το πρόβλημα εδώ είναι βαθύτερο από ένα μεμονωμένο περιστατικό. Όσο κλιμακώνονται τα παιχνίδια των ακολούθων του Ερντογάν και της τουρκικής πρεσβείας στην Ουάσινγκτον - και στην περίπτωση που το Υπουργείο Εξωτερικών δεν κάνει τίποτε ουσιαστικό για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα - η Ουάσινγκτον μπορεί μια μέρα να δει μια κατάσταση που θα θυμίζει το φόνο της Yvonne Fletcher στο Λονδίνο το 1984. Τότε, μια βρετανίδα αστυνομικός που μετείχε στα μέτρα ασφαλείας στο πλαίσιο μιας διαμαρτυρίας προς την πρεσβεία της Λιβύης στο Ηνωμένο Βασίλειο πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε από ένοπλο στοχευτή από το εσωτερικό της πρεσβείας ο οποίος θωρακιζόταν από τις αξιώσεις αμνηστείας της Λιβύης. Στην περίπτωσή μας φταίει και το Κογκρέσο. Τα μέλη του Κογκρέσου και οι Γερουσιαστές που μετέχουν στο Congressional Turkey Caucus - μέσω της ιδιότητας του μέλους - στηρίζουν τις πράξεις του Ερντογάν.

Σε ό,τι αφορά τους αυταρχικούς ηγέτες, η αδυναμία ενθαρρύνει τη θρασύτητα. Το θέμα δεν είναι πλέον η διπλωματική ευαισθησία της Τουρκίας. Όταν έχουμε να κάνουμε με την ασφάλεια των Αμερικανών στην πατρίδα τους, η ασφάλεια και η νομιμότητα είναι ζητήματα που το Υπουργείο Εξωτερικών δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να θυσιάζει.

*Ο Michael Rubin είναι πρώην αξιωματούχος του Πενταγώνου, με κύρια ερευνητικά ενδιαφέροντα τη Μέση Ανατολή, την Τουρκία, το Ιράν και τη διπλωματία.

**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 19 Μαΐου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute (ΑΕΙ) και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.