Ρόμπερτ Πηλ: Ένας άνδρας που αξίζει τα αγάλματά του

Ρόμπερτ Πηλ: Ένας άνδρας που αξίζει τα αγάλματά του

Του Lawrence W. Reed

Πριν από 170 χρόνια στο Λονδίνο - στις 2 Ιουλίου του 1850 - ένας καλός άνδρας υπέκυψε στα τραύματά του που υπέστη πέφτοντας από το άλογό του τρεις μέρες πριν. Ο θάνατός του προκάλεσε τη μεγαλύτερη εκδήλωση δημόσιου πένθους τα τελευταία πενήντα χρόνια. Η Βασίλισσα Βικτώρια έγραψε: “Φαίνεται σαν όλοι μας να χάσαμε έναν προσωπικό φίλο”. Ο θανών ήταν μόλις 62 ετών.

Πρόκειται για τον Sir Robert Peel, ένας από τους καλύτερους 55 πρωθυπουργούς που γνώρισε η Βρετανία. Υπηρέτησε αυτό το αξίωμα δύο φορές κατά τα διαστήματα 1834-35 και 1841-46 για συνολικά πέντε χρόνια και 57 ημέρες. Ένα σκίτσο του κοσμεί το γραφείο της οικίας μου. Γιατί; Διότι ήταν κάτι που βρίσκουμε συχνά στο τυρί ή το κρασί, αλλά σπανίως στους πολιτικούς: Βελτιώθηκε στον χρόνο.

Μέχρι και σήμερα, οι αστυνομικοί στο Λονδίνο λέγονται “μπόμπηδες” (bobbies) προς τιμήν του Πηλ, ο οποίος ως Υπουργός Εσωτερικών ίδρυσε τη Μητροπολιτική Αστυνομία το 1829. Το μετωνύμιό της που χρησιμοποιείται ακόμη μετά από σχεδόν δύο αιώνες είναι Scotland Yard. Οι αρχές που εισήγαγε ο Πηλ κατά την ίδρυσή της είναι συλλογικά γνωστές ως “αστυνόμευση μέσω συναίνεσης” (policing by consent - σε αντιδιαστολή προς την αστυνόμευση μέσω του φόβου) και αξίζει να τις δούμε εκ νέου υπό το πρίσμα των σημερινών αναταραχών.

“Οι αστυνομικοί είναι το κοινό και το κοινό είναι οι αστυνομικοί” διακήρυττε ο Πηλ. Υποστήριζε ότι η αστυνόμευση πρέπει να είναι επαγγελματική, διάφανη, να λογοδοτεί και να έχει τις ρίζες της σε μια ευρεία, δημόσια συναίνεση. Η αποτελεσματικότητά της θα πρέπει να μετριέται με την απουσία εγκλήματος και τον υψηλό βαθμό της δημόσιας υποστήριξης, και όχι με τον αριθμό των συλλήψεων. Οι αστυνομικοί, υποστήριζε, πρέπει να είναι πολίτες με στολή και όχι πράκτορες μιας εχθρικής, συγκεντρωτικής εξουσίας. Όπου αυτό είναι εφικτό, η σωματική βία θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο ως μέσο τελικής καταφυγής, και μόνο αφού η πειθώ και οι προειδοποιήσεις έχουν αποδειχθεί άκαρπες. Η προστασία της ζωής, των δικαιωμάτων και της ιδιοκτησίας θα πρέπει να είναι ο στόχος της αστυνόμευσης.

Οι απόψεις του Πηλ επί των ζητημάτων της ποινικής δικαιοσύνης ξεκίνησαν ως φιλελεύθερες (με την κλασική, βρετανική έννοια) και ελάχιστα άλλαξαν κατά τη διάρκεια της ζωής του. Επιχείρησε να επιταχύνει το σύστημα και να το κάνει πιο φανερό και προβλέψιμο. Πίστευε ότι ύπαρξη λιγότερων κανόνων θα ενίσχυε τον σεβασμό στους εναπομείναντες. Στην κατεύθυνση αυτή, ξεκίνησε τη διαδικασία της σημαντικής μείωσης του τεράστιου αριθμού των εγκλημάτων που τιμωρούνταν με θάνατο στη Βρετανία. Ακόμη και η καταστροφή των κληματαριών λυκίσκου κάποιου τρίτου προσώπου μπορούσε να τιμωρηθεί με θάνατο πριν ο Πηλ καθαρίσει τη νομοθεσία από τέτοιες δρακόντειες ποινές.

Όταν ο Πηλ άλλαζε γνώμη για τα σημαντικά ζητήματα της εποχής, η αλλαγή αυτή ήταν σχεδόν πάντα προς τη σωστή κατεύθυνση - την κατεύθυνση της ελευθερίας. Όταν πρωτοεξελέγη στο Κοινοβούλιο το 1809 σε ηλικία 22 ετών, στην καλύτερη περίπτωση αδιαφορούσε για την εγκατάλειψη του κανόνα του χρυσού και την υιοθέτηση παραστατικού χρήματος κατά τη διάρκεια του πολέμου εναντίον του Ναπολέοντα. Υποστήριζε τις διά νόμου αρνητικές διακρίσεις εις βάρος των Καθολικών (όπως τη μακρά απαγόρευση της εκλογής τους στο Κοινοβούλιο), καθώς και τον εμπορικό προστατευτισμό που ωφελούσε την αριστοκρατία της γης του δικού του κόμματος των τόρηδων. Με τον καιρό, με περίσκεψη και με την επιρροή των κλασικών φιλελευθέρων της εποχής, αναπτύχθηκε και αναθεώρησε.

Όταν το Βατερλώ τερμάτισε τις εχθροπραξίες με τη Γαλλία το 1815, κάποιοι πολιτικοί ήθελαν να διατηρηθεί το σύστημα του χάρτινου χρήματος των ετών του πολέμου. Ο Ρόμπερτ Πηλ ήταν επικεφαλής της Επιτροπής Νομίσματος και εισήγαγε το νομοσχέδιο που αποκαθιστούσε τον κανόνα του χρυσού. Είχε προσηλυτιστεί στον σκοπό του έντιμου χρήματος.

Η “χειραφέτηση των Καθολικών” όπως έγινε εντέλει γνωστή στον 19ο αιώνα ήταν η ιδέα ότι η Αγγλικανική Βρετανία θα πρέπει να απαλλαγεί από τους νόμους που στερούσαν τους Καθολικούς και άλλους “αντικονφορμιστές” από την ισότητα των δικαιωμάτων. Πολλά δημόσια αξιώματα μέχρι και στο Κοινοβούλιο δεν ήταν διαθέσιμα παρά μόνο στους Αγγλικανούς. Στα τέλη της δεκαετίας του 1820, ο Ρόμπερτ Πηλ ηγήθηκε των προσπαθειών στο Ουέστμίνστερ για την κατάργηση αυτών των νόμων.

Στη δεκαετία του 1840, το αίτημα του ελεύθερου εμπορίου μπήκε στο πολιτικό προσκήνιο. Ως αποκορύφωμα δεκαετιών σκληρής δουλειάς από τη Λίγκα εναντίον των Νόμων των Σιτηρών των John Bright και Richard Cobden, το ζήτημα ετέθη με τις βροχές που κατέστρεψαν τις σοδειές στη Βρετανία και τον καταστροφικό λιμό της πατάτας στην υπό βρετανική κυριαρχία Ιρλανδία. Τι νόημα είχε η Βρετανία να απαγορεύει την είσοδο στη χώρα ξένων σιτηρών όταν οι φθηνότερες εισαγωγές μπορούσαν να καλύψουν τις ανάγκες ανθρώπων που λιμοκτονούσαν; Ήταν ο Ρόμπερτ Πηλ, ως πρωθυπουργός, που έπεισε το κοινοβούλιο να καταργήσει τους προστατευτικούς Νόμους των Σιτηρών το 1846, μολονότι αυτό του κόστισε τη θέση του την ίδια μέρα. Είχε ιδρύσει το σύγχρονο Συντηρητικό Κόμμα, αλλά αυτό τον έδιωξε από τη θέση του για το ζήτημα του ελεύθερου εμπορίου. Ποτέ δεν μετάνιωσε που έβαλε τις αρχές του πάνω από το κόμμα.

Ανακοινώνοντας την παραίτησή του, ο Πηλ ήταν αμετανόητος. Είχε διασφαλίσει “φθηνό ψωμί” για τους ανθρώπους και αυτό άξιζε πολύ περισσότερο από το χειροκρότημα των εγκατεστημένων συμφερόντων που κάποτε υποστήριζε αλλά στη συνέχεια αντιμαχόταν. Όπως δήλωσε: “Το όνομά μου θα το καταριέται ο κάθε μονοπωλητής. Αλλά μπορεί να αφήσω ένα όνομα που κάποτε θα το θυμούνται στα σπίτια των ανθρώπων που εργάζονται με εκφράσεις καλής πίστης, όταν με τον μόχθο τους θα αποκτούν άφθονο και αφορολόγητο φαγητό, το οποίο θα είναι ακόμη πιο εύγευστο καθώς δεν θα ωριμάζει μέσα στην αδικία”.

Ο καλός φίλος και συνάδελφος του Πηλ στην κυβέρνηση William Ewart Gladstone, θα ίδρυε στη συνέχεια το Φιλελεύθερο Κόμμα, θα υπηρετούσε τέσσερις φορές ως Πρωθυπουργός και θα καταργούσε σχεδόν κάθε εναπομείναντα δασμό.

Το πρωί του θανάτου του, ο Πηλ μετείχε σε μία σύσκεψη της επιτροπής που θα επέβλεπε τη μεγαλοπρεπή Έκθεση του 1851. Ήταν ένα ένδοξος φόρος τιμής στις οικονομικές ελευθερίες που ο ίδιος βοήθησε να έρθουν.

Εκατομμύρια Βρετανοί συνετρίβησαν από τον αδόκητο θάνατό του το 1850. Στερήθηκαν έναν άνδρα άσπιλο από σκάνδαλα και αμετακίνητο στην επιθυμία του να απαλλάξει τους καλούς ανθρώπους από την κακή κυβέρνηση.

Κατά την έρευνά μου για αυτό το άρθρο, απογοητεύτηκα όταν ανακάλυψα ότι ο Ρόμπερτ Πηλ δέχεται αυτή την στιγμή επιθέσεις από τη ριζοσπαστική αριστερά στη Βρετανία. Ένα άγαλμά του στη Γλασκώβη δέχθηκε βανδαλισμούς στις αρχές του Ιουνίου. Μια διαδικτυακή συλλογή υπογραφών ζητά την αφαίρεση αγαλμάτων του στο Μάντσεστερ και την υπόλοιπη Βρετανία. Ο κύριος λόγος; Ο πατέρας του - επαναλαμβάνω, ο πατέρας του, όχι αυτός - αντιτάχθηκε στην κατάργηση του δουλεμπορίου το 1807. Ο ίδιος ο Πηλ έκανε εκστρατεία για την πλήρη κατάργηση της δουλείας το 1833. Έκανε πιθανότατα περισσότερα για την απελευθέρωση των ανθρώπων από την καταπίεση και την άγνοια απ’ όσα θα κάνουν ποτέ αθροιστικά στις ζωές τους οι μηδενιστές ριζοσπάστες του σήμερα.

Το όνομα του Ρόμπερτ Πηλ αξίζει τον θαυμασμό των καλών ανθρώπων παντού, όχι μόνο στην επέτειο του θανάτου του, αλλά πάντοτε.

Για περαιτέρω πληροφορίες, δείτε:

"The Humble Farm Boy Who Made Britain Great" του Lawrence W. Reed

"John Bright: Voice of Victorian Liberalism" του Nicholas Elliott

"How Free Trade Triumphed and Made Britain Great" του Richard Ebeling

"Free Trade and the Irish Famine" του John P. Finneran

"From Crystal Palace to White Elephant in 150 Years" του Lawrence W. Reed

"William Ewart Gladstone: A Decades-Long Defense of Liberty" του Lawrence W. Reed

Sir Robert Peel του T. A. Jenkins

Robert Peel: A Biography του Douglas Hurd

--

Ο Lawrence W. Reed είναι επίτιμος πρόεδρος του Foundation for Economic Education και συγγραφέας των βιβλίων Real Heroes: Inspiring True Stories of Courage, Character and Conviction και Excuse Me, Professor: Challenging the Myths of Progressivism.


Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 2 Ιουλίου 2020  και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education (FEE) και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.