Β. Ψάλτης (Alpha Bank): Αν όχι τώρα η στιγμή για αλλαγή παραγωγικού μοντέλου, πότε;
Eurokinissi
Eurokinissi
Οικονομικό Φόρουμ Δελφών

Β. Ψάλτης (Alpha Bank): Αν όχι τώρα η στιγμή για αλλαγή παραγωγικού μοντέλου, πότε;

Την ανάγκη να διαμορφωθεί μία νέα επιχειρηματική κουλτούρα που θα δίνει ώθηση στην καινοτομία και την εξωστρέφεια, ώστε η Ελλάδα να επιτύχει αλλαγή του παραγωγικού της μοντέλου προς όφελος της κοινωνίας, ανέδειξε ο CEO του Ομίλου Alpha Bank, Βασίλης Ψάλτης, μιλώντας στο 9ο Delphi Economic Forum.

Παράλληλα, τόνισε ότι απαιτούνται τομές που θα οδηγήσουν στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, μέσα από την αντιμετώπιση των βασικών χρόνιων προβλημάτων της.

Συμμετέχοντας στο πάνελ με τίτλο «Engines for Growth: Is the Production Model of Greece Changing?», ο Β. Ψάλτης παρατήρησε ότι στον δημόσιο διάλογο εντοπίζονται διαφορετικές προσεγγίσεις ως προς το τι σημαίνει αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου:

«Πολλοί εννοούν αυτή την αλλαγή ως τομεακή διαφοροποίηση της οικονομίας με ενίσχυση π.χ. της βιομηχανίας έναντι του τουρισμού και των κατασκευών. Άλλοι, πάλι, ως αύξηση του μεριδίου των επενδύσεων στο ΑΕΠ. Τέλος, συχνά ακούμε ότι η αύξηση του βαθμού εξωστρέφειας της οικονομίας, δηλαδή η αύξηση των εξαγωγών ως ποσοστό του ΑΕΠ, αποτελεί απόδειξη αλλαγής».

Εξηγώντας πως καμία από αυτές τις προσεγγίσεις δεν αρκεί προκειμένου να καταδείξει την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, σημείωσε πως «χωρίς τα παραπάνω να είναι αμοιβαίως αποκλειόμενα, δεν συνεπάγονται κατ' ανάγκην το ίδιο παραγωγικό μοντέλο. Για παράδειγμα, η ισχυρή άνοδος του τουρισμού μπορεί να επιτυγχάνει υψηλή εξωστρέφεια, αλλά, επίσης, μεγαλώνει την εξάρτηση από έναν κλάδο, κάτι που είδαμε πόσο οδυνηρό ήταν για την Ελλάδα στην περίοδο της πανδημίας ή για τη Γερμανία στην ενεργειακή κρίση».

«Η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου δεν είναι αυτοσκοπός. Έχει στόχο να μπορέσει η κοινωνία να βρεθεί σε ένα καλύτερο σημείο. Να δημιουργήσουμε περισσότερες, μόνιμες και ποιοτικές θέσεις εργασίας, να ενισχύσουμε την ευημερία και να αυξήσουμε την εξωστρέφεια, η οποία είναι σημαντική επειδή μας εκθέτει στον ανταγωνισμό, και μόνο αυτό θα μας κάνει καλύτερους», υπογράμμισε ο Β. Ψάλτης και σημείωσε ότι παρά το γεγονός ότι σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο επικρατεί, σε μεγάλο βαθμό, συναντίληψη ως προς το ποιοι πρέπει να είναι οι κινητήρες της ελληνικής παραγωγικής μηχανής, δυστυχώς απουσιάζει η τόλμη στην πλήρη εφαρμογή τους.

Σε ερώτημα του συντονιστή της συζήτησης, Γεν. Διευθυντή του ΙΟΒΕ, καθηγητή Ν. Βέττα, ο Β. Ψάλτης υπογράμμισε την ανάγκη να παραμείνει υψηλή η μεταρρυθμιστική φιλοδοξία τόσο της Πολιτείας όσο, βεβαίως, και της ελληνικής επιχειρηματικότητας. «Απαιτούνται τομές.

Χωρίς τομές δεν μπορεί να ενισχυθεί η επιχειρηματικότητα και χωρίς επιχειρηματικότητα δεν μπορούμε να επιτύχουμε τους ρυθμούς ανάπτυξης που θέλουμε, ώστε να μιλάμε για ουσιαστική σύγκλιση», υποστήριξε, εξηγώντας ότι οι τομές αυτές πρέπει να επιλύουν βασικά προβλήματα της επιχειρηματικότητας, όπως είναι το σύνθετο φορολογικό σύστημα, ζητήματα που αφορούν στη Δικαιοσύνη και το νομικό πλαίσιο προστασίας της ιδιοκτησίας, το χαμηλό επίπεδο εταιρικής διακυβέρνησης και η έλλειψη κουλτούρας καινοτομίας. Κάλεσε, μάλιστα, τον ιδιωτικό τομέα σε πανστρατιά προς αυτή την κατεύθυνση, «με βάση ένα κοινό πλαίσιο αρχών, το οποίο θα βάζει πολύ ψηλά τον πήχη, εκεί που αρμόζει για τη χώρα».

«Αν όχι τώρα, πότε;»

Ο CEO του Ομίλου Alpha Bank ανέφερε ότι τη συζήτηση για το παραγωγικό μοντέλο άνοιξε η κρίση της περασμένης δεκαετίας, η οποία προκλήθηκε εξαιτίας της υπερχρέωσης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της δημιουργίας, στα μέσα της δεκαετίας του 2000, μίας επίπλαστης σύγκλισης με την Ε.Ε.

Προσέθεσε δε ότι, παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια, «ο ενθουσιασμός που έχουμε οφείλεται στο ότι έχουμε βρεθεί στο status quo ante. Δεν έχουμε καταφέρει κάτι ιδιαίτερο».

Εξήγησε, μάλιστα, ότι ακόμη η δημοσιότητα που συγκεντρώνει το θέμα των εξαγορών ελληνικών επιχειρήσεων, δεν συνεπάγεται κατ' ανάγκην μία τομή στην ελληνική επιχειρηματικότητα.

Συχνά συμβαίνει το αντίθετο, καθώς «σε πολλές περιπτώσεις μιλάμε για ώριμες εταιρίες που έρχεται κάποιος και εκμεταλλεύεται τη δεσπόζουσα θέση τους. Μα αν δεν προβεί σε κεφαλαιακές δαπάνες (CapEx), εάν αρχίσει σιγά-σιγά να συμπεριφέρεται στην επιχείρηση ως "cash cow" και φθάσει σε ένα σημείο που οι ξένοι μέτοχοι θα λαμβάνουν περισσότερα μερίσματα από τις εξαγωγές που θα κάνει η ίδια η εταιρεία, ποιο θα είναι το όφελος για την ελληνική οικονομία; Κανένα!».

Υπογραμμίζοντας ότι ουδείς μπορεί να επαναπαύεται στα θετικά βήματα των τελευταίων ετών, τόνισε ότι η χρονική συγκυρία προσφέρεται, καθώς υπάρχουν τρία σημαντικά θετικά στοιχεία: η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η σταθερότητα στην πολιτική ζωή της χώρας, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της αξιοπιστίας της, και η ευκαιρία αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. «Αν όχι τώρα, πότε;», αναρωτήθηκε ο κ. Ψάλτης, προσθέτοντας πως, εάν σε αυτή τη συγκυρία η χώρα χάσει την ευκαιρία μίας ουσιαστικής αλλαγής στο παραγωγικό της μοντέλο, τότε μία επόμενη κρίση είναι μάλλον αναπόφευκτη.

Έμφαση στην καινοτομία, το ανθρώπινο κεφάλαιο και την εκπαίδευση

Ο Β. Ψάλτης προσδιόρισε ως αναγκαιότητα τη διαμόρφωση μίας νέας επιχειρηματικής κουλτούρας, με στόχευση στην προσπάθεια για καινοτομία, η οποία οδηγεί σε υψηλότερη προστιθέμενη αξία σε προϊόντα και υπηρεσίες. Όπως είπε, στο πεδίο της καινοτομίας οι σχετικοί δείκτες αποκαλύπτουν ότι η χώρα μας, παρά τη βελτίωση των τελευταίων ετών, εξακολουθεί να υπολείπεται.

Στο σημείο αυτό, άσκησε αυτοκριτική και στον ρόλο των τραπεζών, αναγνωρίζοντας ότι «δεν έχουμε ακόμα την ικανότητα να μπορέσουμε να υποστηρίξουμε επιχειρηματικά πλάνα που φεύγουν ταχύτατα μπροστά, γιατί κινούμαστε με οικονομετρικό τρόπο, κοιτάμε προς τα πίσω. Αυτό είναι μία αντίφαση. Θα πρέπει να υιοθετήσουμε έναν καινούργιο τρόπο προσέγγισης και, βεβαίως, να αποδεχθούμε ότι το περιθώριο λάθους θα είναι μεγαλύτερο. Εξάλλου, η δύναμή μας μεγαλώνει σιγά-σιγά και πρέπει να κάνουμε αυτό το βήμα».

Συμπλήρωσε, δε, ότι η πολιτική καλείται, από την πλευρά της, να συμβάλει μέσω του αναπροσανατολισμού κινήτρων και διαθέσιμων πόρων που θα ενισχύουν τη μεγέθυνση και τη μετάβαση των επιχειρήσεων σε ένα μοντέλο καινοτομίας και ανάπτυξης, αντί απλώς να στηρίζουν τη συμβατική λειτουργία τους.