«Καμπανάκι» για τις περιβαλλοντικές επιδόσεις των ευρωπαϊκών τραπεζών
AP
AP

«Καμπανάκι» για τις περιβαλλοντικές επιδόσεις των ευρωπαϊκών τραπεζών

Τρεις κλιμακωτές χρονικές προθεσμίες για να συμμορφωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες με αντίστοιχους επιμέρους στόχους αντιμετώπισης κλιματικών και περιβαλλοντικών κινδύνων μέχρι το 2024 θέτει η ΕΚΤ, που προειδοποίησε τις ευρωπαϊκές τράπεζες με «κανόνες επιβολής», διαπιστώνοντας ότι παρά τις βελτιώσεις, πρέπει ακόμη να εντοπίζουν και να διαχειρίζονται καλύτερα τους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους, καθώς οδεύουμε σε ένα νέο οικονομικό μοντέλο με στόχο τις μηδενικές εκπομπές άνθρακα και συνεπώς οι παλιές business έχουν ρίσκα που πρέπει να αποτιμηθούν σωστά και να ληφθούν υπόψη.

Συνεπώς, είναι σημαντικό να αναφέρει η ΕΚΤ ότι «οι τράπεζες συνεχίζουν να υποτιμούν σημαντικά το εύρος και το μέγεθος τέτοιων κινδύνων και σχεδόν όλες οι τράπεζες (96%) έχουν τυφλά σημεία στον εντοπισμό τους». Ως εκ τούτου η ΕΚΤ σφίγγει τα λουριά και στις ευρωπαϊκές τράπεζες, αν και παρατηρεί ότι το 85% των ευρωπαϊκών τραπεζών έχουν πλέον υιοθετήσει βασικές πρακτικές στους περισσότερους τομείς. 

Η ΕΚΤ υποχρεώθηκε να επιβάλλει σε 30 τράπεζες δεσμευτικές απαιτήσεις να εφαρμόσουν τα μοντέλα που ζήτησε, ενώ για ένα μικρό αριθμό τραπεζών υπήρξε «ποινή» με την έννοια ότι αξιολογήθηκαν χαμηλότερα βάσει της Διαδικασίας Εποπτικής Επισκόπησης και Αξιολόγησης (SREP).

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει η έρευνα της ΕΚΤ οι πιο προβληματικοί τομείς στις σημαντικές ευρωπαϊκές τράπεζες είναι:

  • Τιμολόγηση κινδύνων όπου ποσοστό σχεδόν 50% των ευρωπαϊκών τραπεζών δεν έχει κάνει τίποτα
  • Αποτίμηση εγγυήσεων (εξασφαλίσεων), όπου επίσης σχεδόν το 50% των ευρωπαϊκών τραπεζών δεν εφαρμόζει τίποτα
  • Περιβαλλοντικά ρίσκα, όπου σχεδόν το 40% των ευρωπαϊκών τραπεζών δεν έχει κάνει τίποτα
  • Επενδυτικές διαδικασίες όπου επίσης σχεδόν το 40% δεν έχει καμία διαδικασία

Στους συγκεκριμένους τομείς, σχεδόν το 40% ή το 50% των ευρωπαϊκών σημαντικών τραπεζών δεν έχει υιοθετήσει ή εφαρμόσει καμιά από τις πρακτικές που είχε ζητήσει η ΕΚΤ, ούτε καν τις βασικές πρακτικές…

Τρεις χρονικές προθεσμίες

Η ΕΚΤ ειδικότερα αναφέρει στα συμπεράσματα της επιθεώρησή της, ότι «η ανασκόπηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, ακόμη και αν το 85% των τραπεζών έχουν πλέον τουλάχιστον βασικές πρακτικές στους περισσότερους τομείς, εξακολουθούν να μην έχουν πιο εξελιγμένες μεθοδολογίες και λεπτομερείς πληροφορίες για τους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους.

Υπάρχει επίσης εποπτική ανησυχία σχετικά με τις δυνατότητες εκτέλεσης των περισσότερων τραπεζών, όπου η αποτελεσματική εφαρμογή των πρακτικών τους εξακολουθεί να υστερεί. Ως αποτέλεσμα, οι τράπεζες συνεχίζουν να υποτιμούν σημαντικά το εύρος και το μέγεθος τέτοιων κινδύνων και σχεδόν όλες οι τράπεζες (96%) έχουν τυφλά σημεία στον εντοπισμό τους».

Έτσι η ΕΚΤ έθεσε χρονικά ορόσημα:

  • Σε ένα πρώτο βήμα, η ΕΚΤ αναμένει από τις τράπεζες να κατηγοριοποιήσουν επαρκώς τους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους και να προβούν σε πλήρη αξιολόγηση των επιπτώσεών τους στις δραστηριότητες των τραπεζών το αργότερο έως τον Μάρτιο του 2023.
  • Σε ένα δεύτερο βήμα, και το αργότερο μέχρι το τέλος του 2023, η ΕΚΤ αναμένει από τις τράπεζες να συμπεριλάβουν τους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους στη διακυβέρνηση, τη στρατηγική και τη διαχείριση κινδύνων τους. 
  • Σε ένα τελευταίο βήμα, έως το τέλος του 2024 οι τράπεζες αναμένεται να ανταποκριθούν σε όλες τις υπόλοιπες εποπτικές προσδοκίες για τους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους που περιγράφονται το 2020, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους ενσωμάτωσης στη Διαδικασία Εσωτερικής Αξιολόγησης Κεφαλαιακής Επάρκειας (ICAAP) και των προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.

Οι προθεσμίες λέει η ΕΚΤ, «θα παρακολουθούνται στενά και, εάν χρειαστεί, θα ληφθούν μέτρα επιβολής». Οι εποπτικές αρχές περιλαμβάνουν ήδη ευρήματα για το κλίμα και το περιβάλλον για τις τράπεζες στη Διαδικασία Εποπτικής Επισκόπησης και Αξιολόγησης (SREP). 

Η ΕΚΤ επέβαλε δεσμευτικές ποιοτικές απαιτήσεις σε περισσότερες από 30 τράπεζες στην ετήσια SREP της. Επιπλέον, για έναν μικρό αριθμό τραπεζών, το αποτέλεσμα των εποπτικών ασκήσεων του 2022 για τους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους είχε αντίκτυπο στη βαθμολογία SREP. Αυτά, με τη σειρά τους, επηρεάζουν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις του Πυλώνα 2.