Τράπεζες: Το business plan για δάνεια, κέρδη και μερίσματα
Shutterstock
Shutterstock

Τράπεζες: Το business plan για δάνεια, κέρδη και μερίσματα

Στα μερίσματα επιστρέφουν από φέτος οι ελληνικές τράπεζες που θα ανταμείψουν τους μετόχους τους, έχοντας εξασφαλίσει καταρχήν εγκρίσεις για διανομή από 10% έως 30% από τα κέρδη του 2023, καθώς έχουν από τις μεγαλύτερες αποδόσεις πανευρωπαϊκά και αναπτύσσονται ταχύτατα. Οι ελληνικές τράπεζες θα διανείμουν μερίσματα 10%-30% μετά την οριστική έγκριση του SSM.

Ήδη πάντως έχουν καταρχήν έγκριση, ενώ στο μεταξύ κατέγραψαν από το εννεάμηνο του 2023, μέση απόδοση κεφαλαίων ROE από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη 12,89% έναντι 10% μέσης απόδοσης των ευρωπαϊκών τραπεζών και διπλάσια απόδοση ενεργητικού RoA 1,23% έναντι 0,65%. Στο μεταξύ η Τράπεζα Πειραιώς ανακοίνωσε πρώτη αποτελέσματα έτους και συνέτριψε τα νούμερα που την αφορούν κι έπονται και οι άλλες τράπεζες. Έγραψε ομαλοποιημένη απόδοση (RoATBV) 16,6% και προβλέπει 14% για φέτος. 

Η προοπτική είναι τα ποσοστά διανομών στους μετόχους να αυξηθούν τα επόμενα χρόνια, καθώς οι ελληνικές τράπεζες χτίζουν κεφάλαια με οργανικό τρόπο πολύ γρήγορα, λόγω της μεγάλης ανάπτυξης που έχουν με διψήφια απόδοση κεφαλαίων. Παράλληλα, έχουν ήδη πλησιάσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στα κόκκινα δάνεια (ΜΕΑ). Οι τάσεις είναι αντίθετες, με μικρή αύξηση ΜΕΑ στην Ευρώπη, έναντι μεγάλης μείωσης στην Ελλάδα.

Εκτιμάται ότι από φέτος τα ΜΕΑ των συστημικών θα κινούνται σε ευρωπαϊκά επίπεδα, κάτω από 3% και πολύ κοντά πια, στο μέσο όρο 2,22% των κόκκινων δανείων στην Ευρώπη που καταγράφηκε πέρυσι στο εννεάμηνο 2023. Επιπλέον, οι ελληνικές τράπεζες έχουν ποσοστό κάλυψης 7,53 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Το αποτέλεσμα είναι η Τράπεζα Πειραιώς που το ΤΧΣ θα διαθέσει τις μετοχές της στις επόμενες ημέρες να προγραμματίζει το πρώτο συμβολικό μέρισμα από το 10% των κερδών του 2023. Ήδη λαμβάνοντας υπόψη τη διανομή του πρώτου μερίσματος 10% και την πληρωμή των τόκων του ομολόγου AT1, η Τράπεζα Πειραιώς έχει χτίσει κεφάλαια κι έχει ανεβάσει το δείκτη ιδίων κεφαλαίων CET1 στο περίπου 13,3% με το συνολικό δείκτη κεφαλαίων στο 18,2% και ρυθμό αύξησης 1,7 ετησίως. Προβλέπει ότι θα φθάσει το 14% φέτος και το 15% μέχρι το 2026. Μετά το μέρισμα 10% από τα περυσινά κέρδη, η Πειραιώς σχεδιάζει να αυξήσει τα μερίσματα ξεκινώντας από διανομή 25% επί των φετινών κερδών.

Το ίδιο όμως σχεδιάζουν να κάνουν και οι άλλες τράπεζες. Η Alpha Bank θέλει να διανείμει 20% από τα περυσινά κέρδη, ενώ Εθνική και Eurobank στοχεύουν σε διανομή 25%-30% περυσινά κέρδη και όλες θα βάλουν τον πήχη υψηλότερα για τα επόμενα χρόνια με τα πλάνα που θα ανακοινώσουν.

Το «όπλο» των φθηνών καταθέσεων 

Το βασικό πλεονέκτημα των ελληνικών τραπεζών τώρα, είναι η δυνατότητά τους να χτίσουν κεφάλαια που θα τους επιτρέψουν να δώσουν μεγάλα μερίσματα. Το βασικό όπλο τους για να το επιτύχουν είναι οι φθηνές καταθέσεις που ελάχιστες τράπεζες άλλων χωρών διαθέτουν, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα νέων αυξημένων δανείων, καθώς οι δείκτες δανείων προς καταθέσεις, το επιτρέπουν. Αυτό δίνει πολύ μεγάλα πλεονεκτήματα μεταβατικά σε μία περίοδο μείωσης επιτοκίων και μέχρι το χρήμα, να γίνει πολύ φθηνό.

Οι μειώσεις των επιτοκίων δηλαδή δεν θα αφορούν μόνον τα δάνεια. Θα αφορούν και τις καταθέσεις. Το μέσο περιθώριο των επιτοκίων NIM στην Ελλάδα αυτήν τη στιγμή είναι από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη με 3,20% διπλάσιο έναντι του μέσου ευρωπαϊκού όρου 1,56% και πίσω μόνο από τις τράπεζες των χωρών της Βαλτικής και της Σλοβενίας. Ακόμα κι αν μειωθεί πάλι θα γεννάει μεγάλες αποδόσεις, ενώ τα κέρδη μπορούν να ξεπεραστούν με περισσότερα και πιο φθηνά δάνεια. Και φυσικά με την αύξηση σε προμήθειες που ήδη παρατηρείται.

Το μυστικό είναι η φθηνή χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από τις μεγάλες καταθέσεις των νοικοκυριών. Τα ελληνικά νοικοκυριά χρηματοδοτούν σε ποσοστό 57,85% τις τράπεζες. Είναι το τρίτο μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής μικρών καταθετών σε χρηματοδοτήσεις τραπεζών στην Ευρώπη, πίσω από Σλοβακία και Σλοβενία. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν το δεύτερο μικρότερο ποσοστό χρηματοδότησης μόλις 6,89% από την ΕΚΤ και άλλες τράπεζες. Δεν χρειάζεται να βγουν στην αγορά για να δανειστούν. Έχουν τις καταθέσεις.

Αν αυτό το στοιχείο συνδυαστεί με τη σχέση δανείων προς καταθέσεις που είναι 59,24% για την Ελλάδα έναντι μέσου ευρωπαϊκού 104,44% προκύπτει, ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν μεγάλα περιθώρια για να δίνουν δάνεια. Αν μειωθούν τα επιτόκια, θα μειωθούν και προς τις δύο πλευρές. 

Η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών όμως θα μείνει η φθηνότερη, ενώ οι άλλες τράπεζες θα πρέπει να παίρνουν δάνεια για να δανείζουν και η χρηματοδότησή τους θα είναι ακριβότερη από των ελληνικών τραπεζών. Αυτό μπορεί να συνεχίζεται μέχρι να πλησιάσουμε τις καταληκτικές μειώσεις επιτοκίων και να αρχίσουν οι ξένες τράπεζες τα αρνητικά επιτόκια... 

Εν κατακλείδι, η μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ, είναι ισχυρότερος μοχλός ανάπτυξης για την Ελλάδα απ' ό,τι για άλλες οικονομίες, χάρη στο μικρότερο ιδιωτικό χρέος.