Η ανεξήγητη υπογονιμότητα και πως μπορεί να βοηθήσει η διατροφογενωμική επιστήμη

Η ανεξήγητη υπογονιμότητα και πως μπορεί να βοηθήσει η διατροφογενωμική επιστήμη

Η ανεξήγητη υπογονιμότητα στα ζευγάρια αποτελούσε πάντα πονοκέφαλο για την επιστήμη. Περισσότερες από 1 στις 10 περιπτώσεις ζευγαριών που χαρακτηρίζονται από επαναλαμβανόμενη αποτυχία στις προσπάθειες απόκτησης παιδιού με εξωσωματική γονιμοποίηση, λένε τώρα οι τελευταίες μελέτες, μπορεί να οφείλονται σε αλλαγές που επιφέρει ο τρόπος ζωής στη λειτουργία των γονιδίων και κυρίως μέσω της διατροφής. Δείτε, λοιπόν, τί είναι ο νέος κλάδος της διατροφογενωμικής, και πως μπορεί να βοηθήσει τα υπογόνιμα ζευγάρια.

Οι αλλαγές αυτές, που αποκαλούνται επιγενετικές, μπορούν στις μέρες μας, όμως, να εντοπιστούν αποτελεσματικά με εξελιγμένες βιολογικές εξετάσεις, με βάση τα αποτελέσματα των οποίων καταρτίζεται και συνιστάται στο ζευγάρι ένα ειδικό πρόγραμμα αντιμετώπισης. Το πρόγραμμα συμπεριλαμβάνει εξειδικευμένο διαιτολόγιο, σχεδιασμένο με βιολειτουργικά τρόφιμα αποτοξίνωσης, το οποίο έχει ως στόχο τη ρύθμιση της γονιδιακής έκφρασης και την άρση της κυτταρικής δυσλειτουργίας, ώστε να επιτευχθεί η σύλληψη.

«Από τη δεκαετία του 1860 όταν προτάθηκε για πρώτη φορά η ύπαρξη των γονιδίων και ακόμα περισσότερο από το 1953 όταν ανακαλύφθηκε η διπλή έλικα του DNA, υπήρξε ένα δόγμα στην επιστήμη: ότι το DNA είναι το “προσχέδιο” της φύσης και τίποτα δεν μπορεί να το αλλάξει» λέει ο Δρ. Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος, MD, MSc, ειδικός στην Yποβοηθούμενη Aναπαραγωγή: «Εκείνη την εποχή οι επιστήμονες ήταν πεπεισμένοι ότι τα χρωμοσώματα περνάνε από το γονιό στο παιδί, φέροντας τελεσίδικα όλες τις πληροφορίες για την ανάπτυξή του. Σήμερα ξέρουμε πολύ καλά ότι η λειτουργία και η δομή των γονιδίων δεν είναι άρρηκτα καθορισμένες αλλά επηρεάζονται από παράγοντες όπως η διατροφή, το στρες και ο τρόπος ζωής».

Και συνεχίζει: «Παρότι είναι αδιαμφισβήτητο ότι τα γονίδια μάς προδιαθέτουν για κληρονομούμενα νοσήματα, εξίσου σίγουρο είναι ότι το περιβάλλον του DNA παίζει καθοριστικό ρόλο στην υγεία και τις ασθένειες. Αυτό σχετίζεται με τις επιγενετικές αλλαγές οι οποίες μπορεί να επηρεάσουν την ενεργοποίηση και την αδρανοποίηση ενός γονιδίου, καθώς και τον τρόπο ερμηνείας και έκφρασης των πληροφοριών που περιέχει. Με άλλα λόγια, κάποτε πιστεύαμε ότι τα πάντα είναι κληρονομούμενα, αλλά σήμερα ξέρουμε ότι η υγεία και οι ασθένειες είναι κατά 30% θέμα γονιδίων και κατά 70% θέμα περιβάλλοντος».

Αν και τα γονίδιά μας δεν μπορούμε να τα αλλάξουμε, το περιβάλλον τους μπορούμε, τονίζει ο Δρ. Βασιλόπουλος. Έτσι όταν ένα ζευγάρι με ανεξήγητη υπογονιμότητα υποβληθεί σε ειδικές εξετάσεις και στη συνέχεια κάνει τις απαραίτητες προσαρμογές στη διατροφή και γενικότερα στον τρόπο ζωής του, είναι πιθανό να δει τη γονιμότητά του να βελτιώνεται αισθητά - και μάλιστα σε σημείο ώστε να υπάρχει ακόμα και πιθανότητα φυσικής σύλληψης. 

«Όλ' αυτά έχουν γίνει εφικτά χάρη στις εξελίξεις της Διατροφογενωμικής, ενός κλάδου της Γενετικής που ακόμα βρίσκεται στα εμβρυϊκά στάδιά του αλλά ήδη παράγει σημαντικές νέες γνώσεις που μπορεί να ωφελήσουν τους ασθενείς μας» εξηγεί ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Η Διατροφογενωμική είναι με απλά λόγια η επιστήμη που εξετάζει τις επιδράσεις των τροφίμων και των συστατικών τους στην έκφραση των γονιδίων, μελετώντας σε μοριακό επίπεδο τις αλληλεπιδράσεις των θρεπτικών συστατικών και άλλων βιοδραστικών ουσιών των τροφίμων με το γονιδίωμα».

Οι νέες, εξελιγμένες εξετάσεις στα ζευγάρια με ανεξήγητη υπογονιμότητα είναι οι εξής:

1. Μέτρηση της οξειδοαναγωγικής κατάστασης του οργανισμού. Είναι μία χημική ανάλυση που ουσιαστικά αξιολογεί δείκτες του οξειδωτικού στρες του οργανισμού. Στο πλαίσιό της διενεργείται μία σειρά από εξειδικευμένες μετρήσεις για να εξεταστεί συνολικά ο οργανισμός και στη συνέχεια γίνεται προσπάθεια να βελτιωθούν οι μηχανισμοί που υστερούν με τους κατάλληλους φαρμακευτικούς και διατροφικούς χειρισμούς, καθώς και με φυσική δραστηριότητα.

2. Μέτρηση έξι κυτταροκινών που σχετίζονται με μεταβολικές διαταραχές. Οι κυτταροκίνες είναι ορμόνες που εκκρίνονται από διάφορα είδη κυττάρων (π.χ. από τα λιπώδη κύτταρα, από τα κύτταρα του ανοσοποιητικού) και από βασικά μεταβολικά όργανα (πάγκρεας, ήπαρ, μύες κ.λπ.) και αποτελούν σημαντικό ρυθμιστή της μεταβολικής ομοιοστασίας, δηλαδή της ικανότητας του οργανισμού να ρυθμίζει το εσωτερικό του περιβάλλον ώστε να το διατηρεί σε μια σταθερή κατάσταση.

Με τη συγκεκριμένη εξέταση προσδιορίζονται εργαστηριακά τα επίπεδα της λεπτίνης, του ΤNF-a, της αδιπονεκτίνης, της ιντερλευκίνης-4, της ιντερλευκίνης-6 και της ιντερλευκίνης-22.

3. Μεταβολομική ανάλυση. Είναι μία σειρά εξετάσεων με τις οποίες καταγράφονται τα επίπεδα μικρών μορίων (λέγονται μεταβολίτες) για να αξιολογηθεί η κατάσταση της υγείας. Προτείνεται στα υπογόνιμα ζευγάρια στα οποία η γυναίκα παρουσιάζει μεταβολική διαταραχή (π.χ. σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών).

Ανάλογα με τα ευρήματα της ανάλυσης σχεδιάζονται ειδικά διαιτολόγια από ομάδα μοριακών και κλινικών διατροφολόγων.

4. Τοξικολογική ανάλυση τρίχας. Η ανάλυση μιας τρίχας από τα μαλλιά (μήκος 1-4 εκατοστά του μέτρου) παρέχει σημαντικές πληροφορίες για την έκθεσή μας σε ιχνοστοιχεία και τοξικά μέταλλα κατά τις τελευταίες 4-8 εβδομάδες.

Η συγκεκριμένη εξέταση πραγματοποιείται για να εξακριβωθεί αν υπάρχει επαρκής πρόσληψη ιχνοστοιχείων, και εάν υπάρχει έκθεση σε παράγοντες όπως το κάπνισμα, η κακή διατροφή, το άγχος, η λήψη φαρμάκων, οι περιβαλλοντικοί ρύποι και τα βαρέα μέταλλα, που δημιουργούν ανισορροπία στα ιχνοστοιχεία και συνδέονται άμεσα με προβλήματα ανεξήγητης υπογονιμότητας.

Η τρίχα επιλέγεται επειδή σε αντίθεση με τα δείγματα αίματος και ούρων, η ανάλυσή της δεν επηρεάζεται από τη λήψη τροφής πριν τη δειγματοληψία, την ψυχολογική διάθεση του δότη και τη χρονική λήψη του δείγματος, ενώ η δειγματοληψία είναι γρήγορη και το δείγμα ανάλυσης δεν καταστρέφεται.

5. Γενετική εξέταση των mi-RNAs. Τα miRNAs είναι θραύσματα γενετικού υλικού (μικρά RNA) τα οποία ανακαλύφθηκαν σχετικά πρόσφατα και ρυθμίζουν τη γονιδιακή έκφραση. Τα miRNAs παίζουν σημαντικό ρυθμιστικό ρόλο σε πολλές κυτταρικές διεργασίες και η παρεκκλίνουσα έκφρασή τους έχει ενοχοποιηθεί για πολλές παθολογικές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της νοσογόνου παχυσαρκίας του διαβήτη και της αδυναμίας φυσιολογικής σύλληψης.
Η γενετική εξέτασή τους προτείνεται στο υπογόνιμο ζευγάρι όταν ο ένας ή και οι δύο πάσχουν από μεταβολικό σύνδρομο.


Ολιστική προσέγγιση
«Οι περιπτώσεις της ανεξήγητης υπογονιμότητας που αντιστοιχούν στο 10-15% των κρουσμάτων υπογονιμότητας, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, πρέπει πλέον να αντιμετωπίζονται ως αποτέλεσμα ορμονικών και μεταβολικών διαταραχών που απορρυθμίζουν την ομοιοστασία του ίδιου του οργανισμού» καταλήγει ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Η ολιστική προσέγγιση στο υπογόνιμο ζευγάρι αποτελεί πλέον μια σύγχρονη αναγκαιότητα σε περιπτώσεις στις οποίες επαναλαμβανόμενες προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης δεν έχουν αποδώσει το επιθυμητό αποτέλεσμα».