Μελέτη της GPO: Δεν επιδεινώθηκε η υγεία στη διάρκεια της κρίσης

Μελέτη της GPO: Δεν επιδεινώθηκε η υγεία στη διάρκεια της κρίσης

Του Βασίλη Βενιζέλου

Στο πρόσφατο πανελλήνιο συνέδριο για την Υγεία, το οποίο διοργάνωσε και το 2015 η Εθνική Σχολή Δημοσίας Υγείας (ΕΣΔΥ), παρουσιάστηκε η τελευταία μελέτη που πραγματοποίησε η εταιρεία GPO για λογαριασμό της ΕΣΔΥ. Τα στοιχεία που συλλέχθηκαν από τηλεφωνικές συνεντεύξεις σε αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού αναλύονται από τους ερευνητές της Σχολής με εστίαση στην αυτοαναφερόμενη κατάσταση υγείας των Ελλήνων υπό τις συνθήκες οικονομικής κρίσης.

Παρότι επικρατεί η γενική εντύπωση ότι υπάρχει επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του πληθυσμού, αυτό δεν καταγράφεται από την έρευνα, εκτός από την αυτοαναφορά αύξησης της καταθλιπτικής διάθεσης.

Ο Πρόεδρος της GPO & Διδάσκων Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Σχολή Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών κ. Τ. Θεοδωρικάκος στην παρουσίασή του με τίτλο «Διερεύνηση των επιπτώσεων των πολιτικών λιτότητας στις συμπεριφορές υγείας: Ανάλυση της αυτοαναφερόμενης κατάστασης υγείας στην Ελλάδα», ανέλυσε τα κεντρικά ευρήματα της έρευνας.

Παρουσίασε τη διαχρονική εξέλιξη της μελέτης για το επίπεδο υγείας του πληθυσμού που προκύπτει από μια σειρά μελετών που έχει πραγματοποιήσει η εταιρεία του σε συνεργασία με την ΕΣΔΥ. Η υγεία του ελληνικού πληθυσμού καταγράφεται ως σταθερά πτωτική, παρότι το προσδόκιμο ζωής την ίδια περίοδο έχει σημειώσει άνοδο 2 μονάδων.

Ο ομιλητής επισήμανε ότι υπάρχει ευθεία συσχέτιση του αυτοαναφερόμενου επιπέδου υγείας με το εισόδημα, που κατά μέσον όρο βαθμολογείται 74% με το 100 να αντιστοιχεί σε άριστη υγεία. Διαπιστώνεται συσχέτιση των χρόνιων προβλημάτων υγείας με την ηλικία, την παχυσαρκία αλλά και το μορφωτικό επίπεδο. Αρνητικά συναισθήματα από την οικονομική κρίση, όπως ανασφάλεια – αγωνία – φόβο, θυμό – αγανάκτηση, απογοήτευση – πίκρα – θλίψη, άγχος εξέφρασε ποσοστό άνω του 44% –τα άτομα με χαμηλό εισόδημα εμφανίζουν το μεγαλύτερο ποσοστό.

Όσον αφορά την κοινωνική διάσταση της έρευνας, καταγράφηκε ότι περίπου 1/3 των Ελλήνων τον περισσότερο καιρό δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει στους λογαριασμούς, και ότι στην ομάδα του πληθυσμού που το σύνολο των εισοδημάτων κατευθύνεται σε λογαριασμούς και χρέη, η αυτοεκτίμηση υγείας είναι σημαντικά κάτω από τον μέσο όρο. Για λόγους κόστους, ένα 25% του πληθυσμού δεν έλαβε τη θεραπεία του ή δεν έκανε ενδεδειγμένες εξετάσεις.

Η έρευνα έδειξε ορισμένα αποτελέσματα τα οποία αποτελούν εξισορροπητικούς παράγοντες στο περιβάλλον της οικονομικής κρίσης, όπως μείωση στα ποσοστά του καπνίσματος, της κατανάλωσης οινοπνευματωδών ή κόκκινου κρέατος? μια τάση που επιβεβαιώνεται στις μελέτες των τελευταίων 13 ετών.


Τάκης Θεοδωρικάκος: Η κρίση επέφερε θετικές αλλαγές στην συμπεριφορά

«H εταιρεία κοινωνικών και πολιτικών ερευνών GPO έχει διεξάγει για λογαριασμό της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας τρεις μεγάλες έρευνες που αφορούν ζητήματα υγείας το 2006, 2011 και 2015. Τα θέματα τα οποία διερευνήθηκαν είναι η χρήση υπηρεσιών υγείας, σε πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο επίπεδο, οι δαπάνες χρήσης των υπηρεσιών υγείας, η επιλογή των υπηρεσιών υγείας, και η σχετική αξιολόγησή τους.

Ορισμένα ευρήματα αποτυπώνουν τις επιπτώσεις των πολιτικών λιτότητας των τελευταίων ετών σε θέματα που αφορούν την υγεία του πληθυσμού. Οι συμμετέχοντες στις έρευνες βαθμολόγησαν την κατάσταση της υγείας τους από το μηδέν που είναι το χειρότερο σημείο έως το εκατό που δηλώνει άριστη υγεία. Ο μέσος όρος αυτοχαρακτηρισμού του επιπέδου υγείας για το 2015 είναι 74,8. Ο αντίστοιχος μέσος όρος το 2002 ήταν 77,7, το 2006 ήταν 76,7 και το 2011 ήταν 75,8.

Ο αυτοχαρακτηρισμός του επιπέδου υγείας στην Ελλάδα παρουσιάζει πτωτική τάση παρόλο που κατά την ίδια περίοδο το προσδόκιμο ζωής στην πατρίδα μας έχει σημειώσει άνοδο κατά δύο περίπου έτη ενώ οι δυνατότητες της ιατρικής επιστήμης όλη αυτή τη δεκαετία έχουν περαιτέρω βελτιωθεί. Η οικονομική κατάσταση της χώρας επιδρά αρνητικά στην ψυχολογία της κοινωνίας. Τον Σεπτέμβριο του 2015, το 14,5% των ερωτώμενων ανέφερε ότι η παρούσα οικονομική κατάσταση της χώρας του προκαλεί ανασφάλεια, αγωνία και φόβο. Το 11,5% θυμό, οργή και αγανάκτηση. Το 10,9% απογοήτευση, πίκρα και θλίψη. Το 10,4% άγχος και ανασφάλεια.

Όλα τα παραπάνω απάντησε το 44,2% και ένα μικρό ποσοστό (2,9%) δήλωσε ότι δεν επηρεάζεται από την κρίση, ενώ μόλις 5,6% των ερωτώμενων απάντησαν ότι βλέπουν την οικονομική κατάσταση με ελπίδα και αισιοδοξία. Το υψηλότερο ποσοστό όσων νιώθουν όλα τα αρνητικά συναισθήματα είναι ανάμεσα στους έχοντες μηνιαία εισοδήματα έως 500 ευρώ (53,6%). Λαμβάνοντας υπόψη το συνολικό οικογενειακό εισόδημα, καθώς και τις υποχρεώσεις τους, περίπου τέσσερις στους δέκα έλληνες δήλωσαν πως τα καταφέρνουν. Έχουμε ορισμένες οικονομικές δυσκολίες δήλωσε το 25,7%, ενώ ένας στους τρεις ερωτώμενους ανέφερε αρκετές ή πολύ σοβαρές οικονομικές δυσκολίες.

Οι πολίτες με αρκετές και πολύ σοβαρές οικονομικές δυσκολίες θεωρούν κακή και πολύ κακή την υγεία τους σε ποσοστό 12,1%, μέτρια σε ποσοστό 30,4% και καλή και πολύ καλή σε ποσοστό 57,5% ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος του δείγματος για την κάθε κατηγορία είναι 6,3%, 21,6% και 72,1%. Η αυτοεκτίμηση υγείας είναι σημαντικά κάτω από το μέσο όρο ανάμεσα σε εκείνους που το σύνολο των εισοδημάτων τους κατευθύνεται σε λογαριασμούς και χρέη. Επιπλέον, κατά το τελευταίο έτος, πάνω από τέσσερις στους δέκα Έλληνες δεν προχώρησαν σε κάποια αναγκαία θεραπεία ή εξετάσεις σκεπτόμενοι το κόστος.

Τα παραπάνω ευρήματα καταδεικνύουν ότι υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στην πτώση του βιοτικού επιπέδου, την επίπτωση της οικονομικής κατάστασης στην ψυχολογία και στο αυτοαναφερόμενο επίπεδο υγείας. Ωστόσο, Η οικονομική κρίση ίσως να έχει επιφέρει κάποιες θετικές για την υγεία αλλαγές στις συνήθειες που μπορεί να δρουν εξισορροπητικά στις αρνητικές της επιπτώσεις. Οι έρευνες κατέγραψαν μια πτωτική τάση στην κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών και κόκκινου κρέατος, μείωση του καπνίσματος και σημαντική αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που έχουν έντονη σωματική δραστηριότητα».