Διεθνείς αγορές: Η ώρα των «μπλουζ»

Διεθνείς αγορές: Η ώρα των «μπλουζ»

Οι μεγαλύτεροι από εμάς θα θυμούνται ότι τα πάρτι των εφηβικών μας χρόνων λίγο πολύ τελειώναν με τον ίδιο τρόπο: χορεύοντας τα ανεπανάληπτα, μπλουζ των Olympians, Charms Τony Pineli, Pink Floyd κ.ο.κ.

Τις τελευταίες εβδομάδες οι αγορές θυμίζουν ολοένα και περισσότερο την τελευταία φάση αυτών των πάρτι: Η μουσική παίζει ακόμα, άπαντες παρόντες, αλλά η ώρα της αποχώρησης ολοένα και πλησιάζει, καθώς η επενδυτική ψυχολογία συνεχίζει να δέχεται ποικίλα αρνητικά κύματα.

Κάποια από αυτά τα περιγράψαμε στο χθεσινό μας άρθρο, ενώ σήμερα θα προσθέσουμε τα δεδομένα του τελευταίου 24ωρου.

Ο δομικός πληθωρισμός επιμένει

Χθες ανακοινώθηκε ο δείκτης τιμών καταναλωτή των ΗΠΑ για τον μήνα του Αυγούστου, ο οποίος αυξήθηκε οριακά και σύμφωνα με τις προσδοκίες των αναλυτών. Ωστόσο, ο υποκείμενος πληθωρισμός εξακολουθεί να επιμένει, εξέλιξη που πιθανότατα θα αναγκάσει τους αξιωματούχους της Fed να μην προχωρήσουν σε μια επιθετική μείωση των επιτοκίων κατά μισή ποσοστιαία μονάδα την επόμενη εβδομάδα, όπως ήλπιζε η αγορά.

Πιο συγκεκριμένα, ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ διαμορφώθηκε τον Αύγουστο στο 2,5%, εμφανίζοντας τη μικρότερη ετήσια άνοδο από τον Φεβρουάριο του 2021.

Ο δομικός πληθωρισμός ανήλθε στο 3,2% και αυτός ευθυγραμμιζόμενος με τις εκτιμήσεις των αναλυτών. 

Σε μηνιαία βάση, όμως, ο δείκτης τιμών καταναλωτή αυξήθηκε κατά 0,2% τον περασμένο μήνα μετά την άνοδο 0,2% του Ιουλίου και ο δομικός δείκτης αυξήθηκε κατά 0,3%, ξεπερνώντας ελαφρώς τις εκτιμήσεις της αγοράς που περίμενε μικρότερη άνοδο κατά 0,2%. 

Ναι μεν, λοιπόν, ο πληθωρισμός έχει επιβραδυνθεί σημαντικά, κάτι που επιτρέπει στη Fed να αρχίσει να επικεντρώνεται και πάλι στην οικονομική επέκταση μειώνοντας τα επιτόκια, όχι όμως τόσο ώστε να προχωρήσει σε κάτι περισσότερο από μια μείωση της τάξης των 25 μονάδων βάσης στη συνεδρίαση στις 17-18 Σεπτεμβρίου, απογοητεύοντας προφανώς την επενδυτική κοινότητα που ήλπιζε σε μια μείωση των επιτοκίων κατά μισή ποσοστιαία μονάδα.

Τραμπ-Χάρις: Το μη χείρον βέλτιστον

Μετά την προχθεσινή τηλεμαχία των δύο υποψηφίων για την προεδρία των ΗΠΑ, το συμπέρασμα είναι ότι και οι πολίτες από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού καλούνται να ψηφίσουν μέσα από τη λογική της λιγότερο επιζήμιας μεταξύ δύο κακών επιλογών.

Η υποψήφια των Δημοκρατικών, Κάμαλα Χάρις φαίνεται να κέρδισε τις εντυπώσεις έναντι του αντιπάλου της Ρεπουμπλικανού, Ντόναλντ Τραμπ, κάτι που οδήγησε σε πιέσεις την αγορά κρυπτονομισμάτων και τις πετρελαϊκές μετοχές, των οποίων θεωρείται υπέρμαχος ο Τραμπ.

Όμως, αν ζυγίσει κανείς την προεκλογική ατζέντα των δύο υποψηφίων θα συνειδητοποιήσει ότι για τις αγορές ξεκινάνε νέες περιπέτειες ανεξαρτήτως εκλογικού αποτελέσματος. 

Για παράδειγμα, ο Τραμπ θέλει να επεκτείνει τις μειώσεις φόρων που ο ίδιος εφάρμοσε το 2018 και λήγουν το 2025. (σ.σ:Μείωσε τους φόρους τόσο για τις εταιρείες όσο και για τα φυσικά πρόσωπα). Ο Τραμπ σκοπεύει να παρατείνει αυτές τις περικοπές αντικαθιστώντας τους φόρους εισοδήματος φυσικών προσώπων με δασμούς. 

Ένα τέτοιο μίγμα πολιτικής όμως θα δώσει ένα ισχυρό πλήγμα στην οικονομική παραγωγή και θα αυξήσει κατακόρυφα τις ανησυχίες για το ήδη προβληματικό δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το αμερικανικό χρηματιστήριο. 

Η Χάρις από την άλλη θέλει να δώσει τέλος σε ορισμένες ή και σε όλες τις διατάξεις του σχετικού νομοσχεδίου.

Όμως αυτό σημαίνει αύξηση των φορολογικών συντελεστών για το 60% των φορολογούμενων, κάτι που θα πλήξει τον Αμερικανό καταναλωτή, στον οποίο βασίζεται το μεγαλύτερο μέρος του ΑΕΠ των ΗΠΑ. Μια τέτοια εξέλιξη θα πλήξει νομοτελειακά τα εταιρικά κέρδη και κατ’επέκταση τη Wall Street.

Ο Τραμπ μείωσε τον εταιρικό φορολογικό συντελεστή στο 21% από 35% κατά τη διάρκεια της προεδρίας του και σύμφωνα με την προεκλογική του ατζέντα σε περίπτωση επανεκλογής του θα προχωρήσει στη μείωση του στο 15% για τις εταιρείες που παράγουν τα προϊόντα τους στις ΗΠΑ.

Την ίδια στιγμή, η Κάμαλα Χάρις μιλάει για αύξηση του συντελεστή φορολογίας εταιρειών από το 21% στο 28%. Σύμφωνα με τη Goldman Sachs μια τέτοια εξέλιξη μεταφράζεται σε πλήγμα πέριξ του 5% για τα κέρδη των εταιρειών του S&P 500. Αντίθετα, η προτεινόμενη μείωση του Τραμπ θα ενισχύσει τα κέρδη κατά 4% περίπου. 

Η φορολογική πολιτική βρίσκεται στο επίκεντρο και της επενδυτικής κοινότητας με τoυς επενδυτές να εστιάζουν στους φόρους των κεφαλαιακών κερδών. 

Η Χάρις πρότεινε την αύξηση του συντελεστή κεφαλαιακών κερδών για όσους κερδίζουν πάνω από 1 εκατομμύριο δολάρια στο 28% - τουλάχιστον είναι χαμηλότερος από το σχέδιο του προέδρου Τζο Μπάιντεν για 39,6% - ενώ ο Τραμπ δεν έχει ανακοινώσει σχέδια για την αλλαγή του από το μέγιστο 20%.

Χαλαρώνουν ξανά οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ

Μια εξαιρετικά σημαντική είδηση, η οποία είναι απορίας άξιον ότι πέρασε στα «ψιλά γράμματα» της αγοράς είναι ότι οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ αναθεώρησαν καθοδικά την προτεινόμενη αύξηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων για τις 8 μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ, σε 9% έναντι 19%!

Αν και θα επιστρέψουμε με σχετική ανάλυση, να σημειώσουμε ότι παρά την είδηση, ο χρηματοοικονομικός τομέας την Τρίτη παρουσίασε πτώση, με τη μετοχή της JPM να ηγείται της πτώσης του κλάδου μετά τις δηλώσεις του προέδρου της ότι τα καθαρά έσοδα από τόκους την επόμενη χρονιά θα είναι χαμηλότερα από αυτά που εκτιμούν οι αναλυτές.

Το κρυπτογραφημμένο μήνυμα της JP Morgan

Όσον αφορά το νέο report της JP Morgan για τις αγορές της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής, στην Ελλάδα εστιάσαμε κυρίως στο ότι η αμερικανική τράπεζα δεν βλέπει άλλους καταλύτες για το Χρηματιστήριο Αθηνών. 

Γι’αυτό και παραμένει ουδέτερη, παρά το γεγονός ότι το ελληνικό ΑΕΠ συνεχίζει να υπεραποδίδει σε όρους ανάπτυξης σε σχέση με το ΑΕΠ των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών και ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι «ακόμη λίγο φθηνές» σε σχέση με τις τράπεζες στις αναδυόμενες αγορές και την Ευρώπη, ενώ τα επόμενα έτη αναμένεται να αυξήσουν σημαντικά τα μερίσματα που διανέμουν. 

Γιατί λοιπόν η JP Morgan διατηρεί ουδέτερη στάση; 

Η αμερικανική τράπεζα το αιτιολόγησε ξεκάθαρα: Γιατί η Ελλάδα αποτελεί αγορά υψηλού beta σε σχέση με την Ευρώπη, δηλαδή έχει πολύ μεγαλύτερη μεταβλητότητα και μεγαλύτερο ρίσκο.

Μια αγορά υψηλού beta προφανώς είναι δελεαστική όταν η επενδυτική ψυχολογία είναι στα ύψη. Όταν η επενδυτική ψυχολογία, όμως, έχει αρχίσει να παίρνει την κατιούσα, τότε μια αγορά υψηλού beta είναι προς αποφυγήν.

Μήπως λοιπόν εμμέσως πλην σαφώς η JP Morgan μας προειδοποιεί ότι το πάρτι των αγορών πλησιάζει στη λήξη του;

 

Aποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.

Μαίρη Βενέτη

[email protected]