Αυταπάτη ότι το μορατόριουμ θα έχει διάρκεια
Shutterstock
Shutterstock
Α. Κλάψης στο Liberal

Αυταπάτη ότι το μορατόριουμ θα έχει διάρκεια

Σημαντική η νηνεμία στα ελληνοτουρκικά, ωστόσο είναι αυταπάτη να πιστεύουμε ότι το αποτέλεσμα των εκλογών, θα αλλάξει άρδην τα δεδομένα, σχολιάζει στο Liberal ο Αντώνης Κλάψης από το Πανειστήμιο Πελοποννήσου.

Τυχόν επικράτηση των αντιπάλων του κ. Ερντογάν δεν θα σηματοδοτήσει αλλαγή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής σε θεμελιώδη ζητήματα. Επί της ουσίας τίποτα δεν έχει αλλάξει στις σχέσεις των δύο χωρών, ούτε η Τουρκία έχει εγκαταλείψει τις διεκδικήσεις της, αργά ή γρήγορα θα επανέλθει η επιθετική συμπεριφορά, εκτιμά ο Επίκουρος Καθηγητής Διπλωματίας και Διεθνούς Οργάνωσης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. 

Μιλά για τη νέα εποχή εξοπλισμών στην Τουρκία την ώρα που αυτή βρίσκεται σε οικονομική ανέχεια και για το μεγαλεπήβολο σχέδιο της γείτονας χώρας να αποτελέσει βιομηχανικό «εργοστάσιο» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υποκαθιστώντας το σημερινό ρόλο της Κίνας.

Συνέντευξη στην Κέλλυ Σαουάχ - Μαραγκουδάκη 

Σε πρόσφατη τοποθέτησή σας είχατε πει ότι θα δούμε και άλλους ανοίγματα των Ηνωμένων Πολιτειών προς την Τουρκία αμέσως μετά τις εκλογές. Πώς διαμορφώνονται οι σχέσεις Ουάσινγκτον - Άγκυρας με φόντο τις τουρκικές εκλογές και τι πρέπει να περιμένουμε αμέσως μετά απ' αυτές;

Τα τελευταία χρόνια, οι σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Τουρκία έχουν υποστεί ισχυρά πλήγματα. Το γεγονός αυτό οφείλεται στην επαμφοτερίζουσα στάση της Άγκυρας σε μια σειρά από ευαίσθητα ζητήματα για την Ουάσιγκτον. Ίσως, κορυφαίο παράδειγμα είναι η απόκτηση από την πλευρά της Τουρκίας των ρωσικών πυραύλων S-400, παρά τις περί του αντιθέτου προειδοποιήσεις των Αμερικανών. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι οι ΗΠΑ έχουν ξεγράψει την Τουρκία. Το αντίθετο. Η επιδίωξή τους εξακολουθεί να είναι να κρατήσουν την Τουρκία στη σφαίρα επιρροής τους, επομένως στο ΝΑΤΟ και εν γένει στον δυτικό συνασπισμό. Μέχρι τις τουρκικές εκλογές είναι δύσκολο να υπάρξει κάποια θεαματική ενέργεια. Οι όποιες εξελίξεις θα δρομολογηθούν μετά: Το πιθανότερο είναι ότι οι Αμερικανοί θα προσφέρουν κάποια ανταλλάγματα στην Τουρκία (π.χ. προμήθεια ή αναβάθμιση στρατιωτικού υλικού, όπως πολεμικά αεροσκάφη).

Το τελευταίο διάστημα έχει ανοίξει η συζήτηση από το καθεστώς Ερντογάν για τη νέα εποχή εξοπλισμών στην Τουρκία. Με δεδομένη τη δύσκολη οικονομική κατάσταση που βιώνει η γείτονα (πληθωρισμός, υποτίμηση τουρκικής λίρας), το ερώτημα είναι πού θα βρει τα χρήματα η τουρκική κυβέρνηση, ώστε να κάνει αυτό το «άνοιγμα» στα εξοπλιστικά;

Η τουρκική οικονομία βρίσκεται σε περιδίνηση εδώ και αρκετό καιρό. Εμφανέστερο, αλλά όχι μοναδικό, σύμπτωμα είναι ο καλπάζων πληθωρισμός. Η δυσμενής οικονομική συγκυρία σίγουρα δυσχεραίνει την προσπάθεια της Τουρκίας να προχωρήσει σε επέκταση των εξοπλιστικών της προγραμμάτων. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι θα εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια. Η Τουρκία θέλει να διεκδικεί ρόλο όχι απλώς τοπικής, αλλά περιφερειακής ή ακόμα και σχεδόν παγκόσμιας εμβέλειας δύναμης. Η τουρκική οικονομία, ως συνολικό μέγεθος, παραμένει σημαντική σε παγκόσμια κλίμακα. Το τουρκικό πολιτικό σύστημα δεν λειτουργεί με όρους κοινωνικής λογοδοσίας όπως αυτούς που έχουμε συνηθίσει στις δυτικού τύπου δημοκρατίες. Επομένως, ακόμα κι αν η τουρκική οικονομία δεν τα πηγαίνει καλά, οι προσπάθειες για εξοπλισμούς δεν θα εγκαταλειφθούν.

Στα μέσα Ιανουαρίου ο Τούρκος ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου είχε επισκεφθεί τις ΗΠΑ, όπου τότε είχε εισπράξει αρνητική απάντηση για το ζήτημα των F-16. Ωστόσο, με πρόσφατη απόφασή του, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αποφάσισε τελικά να εγκρίνει το «μικρό πακέτο» της αναβάθμισης των τουρκικών F-16; Πώς σχολιάζετε την εξέλιξη αυτή;

Οι Αμερικανοί δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να κόψουν τους δεσμούς τους με την Τουρκία. Επιθυμούν να διατηρούν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη επιρροή και οπωσδήποτε να μην διακινδυνεύσουν να την δουν να εγκαταλείπει το δυτικό στρατόπεδο, διότι κάτι τέτοιο θεωρούν ότι πλήττει τα αμερικανικά συμφέροντα. Επομένως, προσπαθούν να δίνουν στην Τουρκία κάποια «δώρα» ώστε να την κρατούν έστω εν μέρει ικανοποιημένη. Το μικρό πακέτο αναβάθμισης των F-16 λειτουργεί ως «καρότο» για την Τουρκία. Ενδεχομένως, να δόθηκε στους Τούρκους και ως αντάλλαγμα για το γεγονός ότι τελικά αποδέχθηκαν την ένταξη της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, ενώ ακόμα προβάλλουν αντιρρήσεις για την ένταξη της Σουηδίας.

Κατά την άποψή σας, πώς θα εξελιχθούν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις από εδώ και στο εξής με φόντο τις επικείμενες εκλογές σε Ελλάδα και Τουρκία;

Το πιθανότερο είναι ότι μέχρι τις εκλογές θα συνεχιστεί η νηνεμία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το άτυπο μορατόριουμ θα εξακολουθήσει να εφαρμόζεται κι έτσι μάλλον δεν θα έχουμε φαινόμενα, όπως μαζικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου από τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη. Όμως όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν γίνει κατ’ ουσία φιλικές ή ότι η Τουρκία εγκατέλειψε μονομιάς τις διεκδικήσεις της εις βάρος της Ελλάδας. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι, αργά ή γρήγορα, η Άγκυρα θα επανέλθει στην προηγούμενη επιθετική συμπεριφορά. Είναι δε αυταπάτη να πιστεύουμε ότι το αποτέλεσμα των εκλογών θα αλλάξει άρδην αυτά τα δεδομένα. Η τυχόν επικράτηση των αντιπάλων του κ. Ερντογάν δεν θα σηματοδοτήσει την αλλαγή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής σε θεμελιώδη ζητήματα.

Πώς κρίνετε το μεγαλεπήβολο σχέδιο της Τουρκίας να αποτελέσει το «εργοστάσιο της Ευρώπης» εκτός Ευρώπης, υποκαθιστώντας το σημερινό ρόλο της Κίνας που τροφοδοτεί της ΕΕ με καταναλωτικά και βιομηχανικά προϊόντα;

Η Τουρκία είναι μια χώρα μεγάλη σε έκταση, με μεγάλο και νεανικό πληθυσμό (είναι στην πρώτη εικοσάδα παγκοσμίως από πλευράς πληθυσμού), και με μια οικονομία που ως σύνολο συγκαταλέγεται ανάμεσα στις 20 μεγαλύτερες του πλανήτη. Επιπλέον, βρίσκεται σε ένα κομβικό γεωγραφικό σημείο, αποτελώντας τη γέφυρα ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ασία. Ο στόχος να καταστεί η Τουρκία κατά κάποιον τρόπο «προνομιακός προμηθευτής» της ΕΕ είναι συναρτημένος με τον ρόλο μεγάλης δύναμης που επιζητούν οι Τούρκοι ιθύνοντες, με επικεφαλής τον κ. Ερντογάν. Ωστόσο, ο στόχος και ο ρόλος μάλλον υπερβαίνουν τις πραγματικές δυνατότητες της ίδιας της Τουρκίας. Όσο σημαντική κι αν είναι, η τουρκική οικονομία δεν μπορεί να ανταγωνιστεί την κινεζική – ούτε η τουρκική παραγωγή μπορεί να συγκριθεί με την αντίστοιχη της Κίνας.